ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΙΤΣΙΤΑΚΗΣ: Ο Κ. Π. Καβάφης και ο Χανιώτης ζωγράφος Δημήτρης Κοκότσης στα χανιώτικα νεανικά περιοδικά την δεκαετία του 1920

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΙΤΣΙΤΑΚΗΣ: Ο Κ. Π. Καβάφης και ο Χανιώτης ζωγράφος Δημήτρης Κοκότσης στα χανιώτικα νεανικά περιοδικά την δεκαετία του 1920

 

Επιμέλεια – Εισαγωγή:

Γιώργος Πιτσιτάκης

Δάσκαλος – Ιστορικός Ερευνητής

 

Στο μεσοδιάστημα από το προηγούμενο τεύχος έως το σημερινό, όλη η χώρα θρήνησε την απώλεια ενός μεγάλου Έλληνα, από τους ελαχιστότατους που είχαν απομείνει. Στις 23 Αυγούστου μετά από μια μακρά ζωή 108 ετών απεβίωσε ο σπουδαίος Δάσκαλος της ελληνικής γραμματείας και όχι μόνο, ο Εμμανουήλ Κριαράς, το άξιο τέκνο της Κρήτης και των Σφακιών, των Χανιών και της Καινούργιας Χώρας, που το τιμημένο χώμα της κρητικής γης τον σκέπασε στην τελευταία του κατοικία στις Στέρνες Ακρωτηρίου σύμφωνα με την επιθυμία του. Ας ελπίσουμε ότι τη μορφή και το τεράστιο έργο του δεν θα το περιβάλει, όπως και πολλών άλλων, η λήθη. Θα μας εμπνέει και θα τον θυμόμαστε πάντα.

Στο παρόν τεύχος θ’ αναφερθούμε σε δυο πρόσωπα, στον ποιητή Κωνσταντίνο Π. Καβάφη και στον ζωγράφο Δημήτρη Κοκότση έτσι όπως παρουσιάζονται στα χανιώτικα νεανικά περιοδικά της δεκαετίας του 1920.

 

Ο Κ. Π. Καβάφης και ο «Αυγερινός».

Στο 10ο τεύχος του «Αυγερινού» (Μάιος 1925) του οποίου εκδότης ήταν ο Κρητικός Φιλολογικός Σύλλογος, με διαχειριστή τον Πολυδεύκη Καλδή, στενό φίλο του Μανώλη Κριαρά - τον οποίο διαδέχτηκε στο περιοδικό όταν εκείνος πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο - και εισηγητή επί της ύλης τον ποιητή Ρένο Μαργαρίτη, δημοσιεύονται δυο ανέκδοτα, τότε, ποιήματα του μεγάλου Αλεξανδρινού, που συνοδεύονται από ένα εξαιρετικό σκίτσο του ποιητή, έργο του μεγάλου ζωγράφου Κωνσταντίνου Μαλέα και με το παρακάτω σχόλιο στην στήλη Σημειώματα: «Με τιμή μας δημοσιεύομε σήμερα δύο ανέκδοτα ποιήματα του Αλεξανδρινού ποιητή κ. Καβάφη. Τώρα, που τόσος γίνεται θόρυβος γύρω στο όνομά του, θα ήταν έλλειψη για το περιοδικό μας να μην παρουσιάσει στους αναγνώστες του δύο ποιήματα χαρακτηριστικά της νοοτροπίας του αξιόλογου ποιητή».

Είναι η χρονική περίοδος που ο Καβάφης προβάλει ως πρωτοποριακός ποιητής και έχει γίνει αρκετά γνωστός στην Αθήνα και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ανάμεσα στα δυο μεγάλα ποιητικά αναστήματα του Κωστή Παλαμά και του Άγγελου Σικελιανού, χάρη στις άοκνες προσπάθειες του νεαρού, Αιγυπτιώτικης καταγωγής, Χιώτη ποιητή Μάριου Βαϊάνου, που σκοπό είχε να κάνει πασίγνωστο τον μεγάλο Αλεξανδρινό. Είχαν προηγηθεί, αλλά με αργόσυρτους ρυθμούς από τις αρχές του αιώνα, ο Γρηγ. Ξενόπουλος, η Γαλάτεια Καζαντζάκη και αργότερα μέχρι το 1920 οι Περικλής Γιαννόπουλος, Άγγελος Σικελιανός, Άλκης Θρύλος, Τέλλος Άγρας, Ι. Γρυπάρης, Μιλτ. Μαλακάσης, Αχ. Πάράσχος, Ναπ. Λαπαθιώτης, Ν. Καζαντζάκης κ.ά.

Για τα ποιήματα του Καβάφη στον «Αυγερινό» γράφει ο Μανώλης Κριαράς στην αυτοβιογραφία του (1): « […] Για να μείνω στην ατμόσφαιρα του περιοδικού μας, θυμάμαι, μας απασχόλησε στο Σύλλογο τότε και το θέμα “Καβάφης”. Είναι η εποχή που ο Μάριος Βαϊάνος (1908-1975) “εκστρατεύει” υπέρ του Καβάφη (1863-1933) με δημοσιεύματά του. Στέλνει και σ’ εμάς ποιήματα του Καβάφη για να τα δημοσιεύσουμε στο περιοδικό μας. Ορισμένοι είναι υπέρ της δημοσίευσης, άλλοι όχι. Εγώ – παλαμικός – ανήκω στους αρνητές! Τελικά ορισμένα ποιήματά του δημοσιεύονται. Είχαν επικρατήσει οι “καβαφικοί”[…]». Φαίνεται ότι υπήρξε αντιδικία μεταξύ των μελών του συλλόγου, όπως αφήνει να εννοηθεί ο Κριαράς, διότι αφενός μεν η δημοσίευση των ποιημάτων έγινε αρκετούς μήνες αργότερα από τότε που ο Κριαράς ήταν υπεύθυνος επί της ύλης του περιοδικού (φθινόπωρο 1924), αφετέρου δε, η τολμηρότητα των ποιημάτων προκαλούσε το συντηρητισμό και τα ήθη της εποχής σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, όσο κι αν αυτή είχε παράδοση στα Γράμματα. Οι νέοι όμως του συλλόγου, ανοιχτοί σε νέες πνευματικές αναζητήσεις και στα νέα ρεύματα και ειδικά η πλειοψηφία τους, εκφράζοντας έναν μεγαλύτερο ριζοσπαστισμό, υπερέβησαν τις όποιες αναστολές και τα κοινωνικά ταμπού προσπαθώντας ν’ ανοίξουν νέους δρόμους.

Τα δυο δημοσιευμένα ποιήματα με τίτλο «Πέρασμα» και «Ίμενος» τα οποία ανήκουν στα αναγνωρισμένα από τον ποιητή, «προέρχονται από μια πιο ώριμη φάση του Καβάφη» και επιχειρούν ένα συγκερασμό ανάμεσα στην ιστορική περιοχή και στον τολμηρό ηδονισμό, με άρτιο τρόπο. Η Στέλλα Κουτσογιάννη στην μεταπτυχιακή της εργασία για τον Καβάφη (2) και για το ποίημα «Πέρασμα», που ανήκει στη θεματική συλλογή 1916-1918 [Γ8], μεταξύ άλλων, γράφει: «[…]Το επόμενο ποίημα, “Πέρασμα»”, το οποίο συνδέεται με τα προηγούμενα (3) με την “έκνομη ερωτική μέθη”, έρχεται να κλείσει αυτό τον κύκλο ποιημάτων που αναφέρονται ρητά στον παράνομο έρωτα με ένα ξεχωριστό τρόπο. Το νέο παιδί που πρωταγωνιστεί σε αυτό το ποίημα “γένεται άξιο να το δούμε, κι απ’ τον Υψηλό της Ποιήσεως Κόσμο μια στιγμή περνά κι αυτό”. Ο νέος αυτός, χωρίς όνομα και χωρίς καταγωγή, πέρασε στον “Υψηλό της Ποιήσεως Κόσμο” για την ερωτική του τόλμη. Θα λέγαμε ότι έμμεσα ο ποιητής δικαιολογεί την παρουσία τέτοιων ανώνυμων προσώπων στην ποίησή του και συγκεκριμένα τους πρωταγωνιστές των ποιημάτων που μόλις προηγήθηκαν. Τα επίθετα “καινούριο και ζεστό”, με τα οποία κλείνει το ποίημα παραπέμπουν σε περιορισμένη χρονική διάρκεια[…]».

Το δεύτερο ποίημα «Ίμενος», σύμφωνα με τους μελετητές (4) είναι γραμμένο στην αρχική του μορφή στα 1915 με τίτλο «Αγάπησέ την πιότερο» που απευθύνεται “εις εαυτόν” σε δεύτερο πρόσωπο. Μετά ξαναγράφηκε από τον ποιητή ο οποίος, σύμφωνα με τον Γ. Π. Σαββίδη, πρόσθεσε « […] την εμμεσότερη, τριτοπρόσωπα πυκνωμένη μορφή παραθέματος από πλασματικήν ιστορικήν επιστολή, με συνημμένο δήθεν φιλολογικό - ιστορικό, μα πράγματι κοινωνιολογικό σχόλιο […] » και το συμπλήρωσε με «την ψευδοϊστορική coda ή ουρά του 1919» που ανέτρεχε στο παρελθόν και βρισκόταν στη βυζαντινή Σικελία στα μέσα του 9ου αιώνα, στα χρόνια του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄. Το ποίημα δημοσιεύτηκε το 1919.

 

Ο Δημήτριος Κοκότσης και ο «Δομένικος Θεοτοκόπουλος»

Ο Δημήτρης Κοκότσης (1894-1961) υπήρξε ένας σπουδαίος χανιώτης ζωγράφος στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα (5). Γεννημένος στον Άγ. Γεώργιο Κισάμου, έδειξε το ταλέντο του από μικρός και πρώτος του δάσκαλος στη ζωγραφική ήταν ο Κρητικός ζωγράφος Ιωάννης Σταυράκης. Το 1912, δεκαοχτάχρονος, κατατάχθηκε στον φοιτητικό λόχο Χανίων και τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος, στη μάχη του Μπιζανίου. Μετά τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, επιστρέφει στα Χανιά μετά το 1922 και συμμετέχει ενεργά στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της πόλης. Με περαιτέρω πνευματικό εφόδιο τη φοίτησή του στη φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών κάνει παρέα με τους νέους του Κρητικού Φιλολογικού Συλλόγου, τους πνευματικούς ανθρώπους και τους καλλιτέχνες της πόλης συμμετέχοντας στις συζητήσεις για τα φλέγοντα θέματα της εποχής όπως ο δημοτικισμός κ.ά. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό που διηγείται ο Μανώλης Κριαράς στην αυτοβιογραφία του (6) όταν ο Ψυχάρης το 1925 επισκέφθηκε τα Χανιά: «[…] Το βαπόρι που έφερε τον Ψυχάρη στα Χανιά είχε αγκυροβολήσει έξω από το λιμάνι, όπως γινόταν τότε και με βάρκα τον παραλάβαμε από το βαπόρι. […] Του κρατούσαμε συντροφιά στο ξενοδοχείο όπου τον εγκαταστήσαμε, φροντίσαμε για την ευχάριστη διαμονή του, συζητήσαμε πολλές φορές μαζί του για λογοτεχνικά πρόσωπα και πράγματα του τόπου μας, που τα αντιμετώπιζε με το δικό του πάθος και τη δική του αδιαλλαξία. […] Ποιοι ήμασταν εμείς που με συγκίνηση υποδεχτήκαμε τότε τον Ψυχάρη; Μερικοί φιλολογούντες νέοι των Χανίων: ο μουσικός Μανώλης Σκουλούδης, μεγαλύτερος μας, ο Γιώργος Σπυριδάκης, ο Πολυδεύκης Καλδής, ο Στέλιος Καψωμένος, αυτός που γράφει τις γραμμές τούτες και μερικοί άλλοι. Θυμούμαι και μια σκηνή από δείπνο που εμείς οι νέοι παραθέσαμε τότε σε παραλιακό κέντρο των Χανίων στον Ψυχάρη. Ένας από τους συνδαιτημόνες, ο χανιώτης ζωγράφος Δημήτρης Κοκοτσάκης, του είχε διατυπώσει κάποια ερώτηση που θύμωσε τον Ψυχάρη. Ο Δάσκαλος του απάντησε κοφτά και αποστομωτικά: “Τα πινέλα σου πιτόρε (ζωγράφε)!” Δεν ανεχόταν αντιρρήσεις ο Ψυχάρης […]».

Τον Δεκέμβρη του 1927, στο δεύτερο τεύχος του, το χανιώτικο νεανικό περιοδικό «Δομένικος Θεοτοκόπουλος» με διευθυντή τον ποιητή Σπύρο Παπαδαντώνη και διαχειριστή τον 16χρονο Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο), εκτιμώντας το μέχρι τότε έργο του ταλαντούχου ζωγράφου, του έκανε ένα αφιέρωμα δημοσιεύοντας οκτώ πίνακές του, που τους συνόδευσε με ένα κείμενο που περιείχε βιογραφικά στοιχεία με άγνωστες λεπτομέρειες και εύστοχες επισημάνσεις, κρίσεις και σχόλια για τον ζωγράφο, τα έργα και την τέχνη του. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο το ανασύρουμε από την αφάνεια.

Ο Κοκότσης υπήρξε μαέστρος στις προσωπογραφίες, γι αυτό ήταν και ο μόνος ζωγράφος που ο Ελευθ. Βενιζέλος δέχτηκε να του ποζάρει για να φτιάξει το πορτραίτο του. Τα έργα του βέβαια τα πουλούσε για βιοπορισμό. Ένα απ’ αυτά, που φιλοτεχνήθηκε το 1923 και τυχαίνει να είναι μεταξύ των οκτώ που παρουσίασε ο «Δομένικος Θεοτοκόπουλος», το αγόρασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Στην απαντητική – ευχαριστήρια επιστολή του (7), της οποίας η αρχή και το τέλος παρατίθεται ως εικόνα, ο Δημ. Κοκότσης γράφει: «Εν Χανίοις τη 22α Απριλίου Νοεμβρίου 1924. Προς Την Α. Εξοχότητα τον κ. Ελευθέριον Κ. Βενιζέλον. Κύριε Πρόεδρε, Σας υπερευχαριστώ δια την τιμήν και την υποστήριξιν, την οποίαν μου παρέχετε δια της αγοράς του υπό τον τίτλον «Les derniers jours des deux héros» (Οι τελευταίες μέρες δυο ηρώων) πίνακος, όπως μου γνωστοποιείτε δια της από 11 λήγοντος μηνός επιστολής του ιδιαιτέρου γραμματέως της Υ. Εξοχότητος. Μόλις έλαβα την επιστολήν ταύτην έγραψα εις την Πράγαν να αποσταλεί το ζητηθέν έργον προς Υμάς και ελπίζω εντός ολίγου, να έχετε τούτο, ώτε κ. Πρόεδρε, κανονίζετε, όπως σας είναι ευκολώτερον, την αποστολήν της τιμής του δια της Εθνικής ή της Τραπέζης Αθηνών. Το έργον δε αυτό είναι από τα πλέον αγαπημένα μου, διότι οι δύο Μάντακες οι οποίοι επόζαραν, με είχαν βαθύτατα συγκινήσει, περισσότερον δε ο Κοκόλης ο οποίος προ μηνών και απέθανε. Αισθάνομαι, κ. Πρόεδρε μεγάλην χαράν, που γίνεσθε Σεις κάτοχος τούτου, επειδή εις το δικό Σας σπίτι ταιριάζει να βρίσκονται, περισσότερο από κάθε άλλο, πίνακες με τέτοιες παραστάσεις. Πάντοτε δικός Σας Δ. Κοκότσης». 

 

 

Το 1939 ο Κοκότσης πήγε στη Νέα Υόρκη προκειμένου να παρουσιάσει έργα του στην Παγκόσμια Έκθεση και από τότε έμεινε μόνιμα εκεί, μέχρι το 1961 που απεβίωσε. Έργα του προικισμένου ζωγράφου, ο οποίος έχει αγιογραφήσει και ένα τμήμα του Μητροπολιτικού ναού των Χανίων (Τριμάρτυρη), βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη και σε αρκετές πινακοθήκες και ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού.


Σημειώσεις:

  1. Εμμ. Κριαράς, Μακράς ζωής αγωνίσματα, έκδ. Οι φίλοι του περιοδικού ΑΝΤΙ, Αθήνα 2009, σελ. 34.

  2. Κουτσογιάννη, Στέλλα Κυριάκου. "Οι θεματικές συλλογές 1905 – 1915 & 1916-1918 του Κ. Π. Καβάφη : Μια θεματική αιτιολόγηση". Διπλωματική εργασία - Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλολογίας, 2012.

  3. Τα προηγούμενα ποιήματα της ομάδας Γ΄ της συλλογής κατά σειρά είναι: Όταν διεγείρονται, Ηδονή, Έτσι πολύ ατένισα, Εν τη οδώ, Η προθήκη του καπνοπωλείου.

  4. Βλ. Γ. Π. Σαββίδης, Η Μεγάλη Ελλάδα του Καβάφη, 1990. Άρθρα στον επίσημο δικτυακό τόπο του Αρχείου Καβάφη.

  5. Τα βιογραφικά στοιχεία του ζωγράφου προέρχονται από το χανιώτικο περιοδικό «Έρεισμα» τεύχος 3-4, Νοέμβριος 1995.

  6. ό.π. σελ. 49-50.

  7. Η επιστολή ευρίσκεται αναρτημένη στον ιστότοπο του ΕΘΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ «ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ».

             

 

                          Π ΕΡΑΣΜΑ

 

Εκείνα που δειλά φαντάσθη μαθητής, είν’ ανοιχτά,

φανερωμένα εμπρός του. Και γυρνά, και ξενυχτά,

και παρασύρεται. Κι ως είναι (για την τέχνη μας)

[σωστό,

το αίμα του, καινούριο και ζεστό

η ηδονή το χαίρεται. Το σώμα του νικά,

έκνομη ερωτική μέθη και τα νεανικά

μέλη ενδίδουνε σ’ αυτήν.

 

Κι έτσι ένα παιδί απλό

γίνεται άξιο να το δούμε, κι απ’ τον Υψηλό

της Ποιήσεως Κόσμο μια στιγμή περνά κι αυτό –

το αισθητικό παιδί με το αίμα του καινούργιο και

[ζεστό.

 

Σκίτσο του Κ. Π. Καβάφη φιλοτεχνημένο το 1923 στην Αλεξάνδρεια από τον σημαντικό μεταϊμπρεσιονιστή ζωγράφο Κωνσταντίνο Μαλέα (1879-1928).

 

                    ΙΜΕΝΟΣ

 

«…Ν’ αγαπηθεί ακόμη περισσότερον

η ηδονή που νοσηρώς και με ηδονή αποκτάται

σπάνια το σώμα βρίσκοντας που αισθάνεται όπως

(θέλει αυτή –

που νοσηρώς και με φθορά παρέχει

μιαν έντασιν ερωτική, που δεν γνωρίζ’ η υγεία...»

 

Απόσπασμα από μιαν επιστολή

του νέου Ιμένου (εκ πατρικίων) διαβοήτου

εν Συρακούσαις επί ασωτία,

στους άσωτους καιρούς του τρίτου Μιχαήλ.

 

(Ανέκδοτα) ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ 1923

Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ 

 

 

                         ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΚΟΤΣΗ

                                                             Κόρη στη βρύση

 

Καπντιστής ναργιλέ (Πολεντοσταύρος)

 

Τυροκόμος

 

                                         Λυράρης

 

   Οι τελευταίες μέρες δύο ηρώων: Μάρκος και Κοκόλης Μάντακες, Λακκιώτες.

 

Ονειροπόλημα

 

Πορτραίτο γέρου (Παν. Χαούτσος)

 

Το λιοτριβιό

 

                                                                        *

 

                                       ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΚΟΤΣΗΣ

 

Δεν κρίνουμε άσκοπο να δώσουμε μαζί με τα έργα που δημοσιεύουμε στο παράρτημα του φυλλαδίου μας αυτό του Δημήτρη Κοκότση και μερικές σημειώσεις της ζωής και της δράσης του. Ο Κοκότσης γεννήθηκε στα Χανιά. Άρχισε να ιχνογραφεί αυτοδίδαχτος από παιδί έντεκα χρόνων ώσπου στα 1916 μπήκε στο Πολυτεχνείο στη Σχολή των Καλών Τεχνών της Αθήνας παίρνοντας την υποτροφία Σταθάτου. Απ’ εκεί βγήκε με δίπλωμα το 1923, αφού πήρε το Χρυσοβέργειο μετάλλιο και 4 φορές τ’ Αβερώφειο. Απ’ τα 1923 ως τα 1926 έμεινε καθηγητής των τεχνικών μαθημάτων σε Γυμνάσιο στα Χανιά. Το 1924 έστειλε το σχεδιαγράφημα «Εργάτης δημιουργός» για την διεθνή πανήγυρη της Πράγας, η οποία δέχτηκε και 25 πίνακές του απ’ τη ζωή του τόπου του («οι τελευταίες μέρες δύο ηρώων»). Τα 1925 έλαβε μέρος με επιτυχία στην Πανελλήνια έκθεση των Αθηνών. Αργότερα συμμετείχε στην διεθνή έκθεση της Βενετίας με το έργο του «Το λιοτριβειό». Το έργο αυτό ήταν το μόνο π’ αντιπροσώπευσε την Ελλάδα, από πολλά που εστάλθηκαν χωρίς να γίνουν δεκτά. Τον ίδιο χρόνο άνοιξε στην Αθήνα δική του έκθεση («Αυράρης», «Γυροκόμος»). Έπειτα απ’ αυτή ξαναπήρε την υποτροφία Σταθάτου για την Ευρώπη κι έφυγε για το Παρίσι. Στο Παρίσι βραβεύτηκε απ’ την ακαδημία Jullian μέσα σε πολλούς εκθέτες. Τον περασμένο Μάρτη παρουσίασε νέα έκθεσή του στη Γκαλερί Lorencou («Καπνιστής ναργιλέ», «Ονειροπόλημα», «Κόρη στη βρύση», «Γέρος»). Κατόπι το Salon de la Nationale δέχτηκε 2 πίνακ;eς του και στην έκθεση της Ντωβίλ τον περασμένο Αύγουστο του ζητήθηκαν 2 έργα του. Τέλος και στο Salon des Hellenes αντιπροσώπεψε την τέχνη του με πίνακές του. Τώρα ετοιμάζεται να περιοδέψει στην Ισπανία. Αυτή είναι ως τώρα η δράση του ζωγράφου μας. Από επιτυχία σ’ επιτυχία. Ο Κοκότσης αντίς ν’ ακολουθήσει τις παρακινδυνευμένες μοντέρνες τεχνοτροπίες της ζωγραφικής προτίμησε κλασικός ν’ αφήσει την ψυχή του να διερευνήσει μέσα στον τόσο καλλιτεχνικό, το πλούσιο υλικό της Κρητικής ζωής, π’ ακόμα στις ρίζες ψηλά μένει αγνή κι ανέπαφη απ’ τη σύγκαιρη πρόοδο διατηρώντας το δικό της χαρακτήρα και της Όμορφης φύσης του νησιού μας. Προικισμένος με μια οξεία παρατηρητικότητα κι ένα σπάνιο συναίστημα της πλαστικότητας και του φωτός κατορθώνει κάθε τι που του κινά την εντύπωση και το ζωγραφίζει, να το περιβάλλει μέσ’ σε μια ατμόσφαιρα τέλεια αισθητική. Εδώ θα δείτε μια σκηνή απ’ τη χωριάτικη δουλειά: Πώς αλέθουν τις ελιές π.χ. στο Λιοτριβειό, έπειτα πως φτιάνουν το τυρί στη Μαδάρα. Εκεί ένα τύπο αντιπροσωπευτικό, του γέρου που καπνίζει μ’ όλη την ανατολίτικη νωχέλεια το ναργιλέ του ή το λυράρη που με το δοξάρι του μεθάει την ψυχή των πανηγυριωτών. Αλλού μια χωριατοπούλα να πηγαίνει μ’ όλη τη σεμνότη στη βρύση με τη λαγήνα στον ώμο, κι αλλού την αρραβωνιαστικιά σκυμμένη πάνω στη προίκα της, στον αργαλειό να ονειροπολεί. Ο Κοκότσης είναι ο εξαιρετικά κι ιδιαίτερα Κρητικός ζωγράφος. Η αποκάλυψη του ταλέντου αυτού στο Παρίσι στις εκθέσεις του που μετέφερε όλες τις ομορφιές και τις ιδιοτυπίες της Κρητικής ζωής χαιρετίστηκε απ’ τα πιο διαλεχτά Γαλλικά περιοδικά και διακριμένους κριτικούς και καθηγητές, ως ο διευθυντής της Ακαδημίας Zullian. Ακόμα ο Κοκότσης κρίνεται κι ως ένας δυνατός και μετρημένος πορτρετίστας. Ιδίως κάποια έργα του σαν το «Ονειροπόλημα» και ο «Καπνιστής Ναργιλέ» θεωρούνται ως αληθινά έργα μαιτρ. Μπορούμε να προσθέσουμε πως τα νέα του έργα τον καιρό αυτό, που κατέβηκε απ’ την Ευρώπη κι ύστερα από περιοδεία του σ’ όλη την Αγροτική Κρήτη, λογαριάζονται πολύ ανώτερα απ’ τα παλιά. Τα περισσότερα είναι πορτραίτα. Ο «Δομένικος Θεοτοκόπουλος» λογιάζεται ευτυχισμένος που δίνει σήμερα μέσα στις άλλες και την συνεργασία του Κοκότση. Η Κρήτη και με χώριο καμάρι βλέπουμε και η δυτική, δείχνει, πως δε θα μείνει χωρίς συνεχιστές το έργο κάποιων άλλων τέκνων της.


                       Ο Δημήτρης Κοκότσης στο ατελιέ του.