ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ: Μικρό αφιέρωμα

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ: Μικρό αφιέρωμα

 

Από το 1977 ζει και εργάζεται στα Χανιά ένας ανήσυχος άνθρωπος των Γραμμάτων και της Τέχνης, ο Χριστόφορος Σκλαβενίτης. Καταξιωμένος κεραμίστας, δόκιμος ποιητής, παθιασμένος ερευνητής της λαϊκής παράδοσης. Γεννήθηκε στον Πόρο Λευκάδας στις 27-4-1926. Αριστούχος της Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών, τμήμα   γλυπτικής και  υπότροφος του Ι.Κ.Υ. στην Ιταλία (Φαέντσα, διπλωματούχος τεχνολόγος κεραμίστας). Εργάστηκε πολλά χρόνια στον κλάδο της καλλιτεχνικής χειροτεχνίας, παρουσίασε έργα του σε καλλιτεχνικές εκθέσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ν .Υόρκη & Χανιά. Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές. Έχει τιμηθεί με το βραβείο της Ιταλικής Γερουσίας για τη συμμετοχή του στον Διεθνή Διαγωνισμό Κεραμικής στην Φαέντσα το 1962 ενώ του έχει απονεμηθεί το μετάλλιο του Γεωργίου Σταύρου. Έχει ασχοληθεί με την έρευνα της κεραμικής, σε διάφορα πεδία, είτε τεχνολογίας και εφαρμογών (έρευνα για την μινωική  μάζα – την οποία και παρουσίασε στο Δ' Κρητολογικό Συνέδριο – ρακού,  στάχτες κλπ) είτε όσον αφορά στην παράδοση και την λαϊκή παραδοσιακή κεραμική. Δίδαξε επί σειρά ετών κεραμική στη σχολή Κολυμπαρίου Χανίων και στην Σχολή Αγ. Σοφίας Αποκορώνου. Έχει εκδώσει την μελέτη του για τα μοιρολόγια του τόπου καταγωγής του («Μοιρολόγια του Πόρου Λευκάδας») και την μελέτη «Λαϊκή  αγγειοπλάστες Σελίνου και δυτικής Κρήτης».

 

            

 

 

                   ΟΝΕΙΡΑ

 

Τα όνειρά μου:
Άλογα της στέπας,
άγρια, άπιαστα, αμέρευτα…
Τα όνειρα μου μείναν έξω
από  τους κατοικημένους τόπους.

Τα όνειρά μου:
Βότσαλα, πολύχρωμα, παράξενα,
- ανύπαρχτου γιαλού -
Σε βουβή παλάμη.
Περιέργεια ενός πρωινού.


Το πρώτο ποίημα της τελευταίας της συλλογής του Χρ. Σκλαβενίτη μας δίνει σε σημαντικό βαθμό τις κατευθυντήριες γραμμές του ποιητικού συνόλου που παρουσιάζεται στον Κεδρισό. Τα όνειρα,  οι επιθυμίες, το ανεκπλήρωτο των ονείρων. Μια άλλη είναι το ταξίδι με τη συμβολική έννοια, το ταξίδι της ζωής, η επιτυχία, η αποτυχία στο τέλος, η απογοήτευση. Όλος ο υπαρξιακός  προβληματισμός του Ανθρώπου και του ανθρώπου Χριστόφορου Σκλαβενίτη. Με μια γραφή αυθόρμητη, ειλικρινή, αυθεντική, λυρική. Με τη φύση πανταχού παρούσα, ζωντανή, ν' αποτελεί στο φυσικό περιβάλλον του ομορφιά και παραμυθία, ως αντίδωρου για τον σεβασμό και τη μεγάλη αγάπη που τρέφει γι αυτήν.

                   

 

ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΜΑΣ

                                                 στον Κ. Θ.
                                                                   
                                                … Ας  δέσουμε σφιχτά στο στήθος μας
                                        Τ΄αμετανόητα όνειρά μας.

                                                 Κ. Θεοφάνους           

                                      
Τ’ αγαπημένα, τ’ αμετανόητα, τα επίμονα,
τα πικραμένα, άχρηστα όνειρά μας!
Τραγούδια μακρινά και τωρινά
κι εκείνων που προσμένουνε να’ ρθουνε…
Τρυφερά λουλούδια
-κυκλάμινα, γαρδένιες, γιασεμιά-
Πεισματικά κι αμετανόητα.
Ακόμα ανθούνε…

Σφιχτά τα δέσαμε στο στήθος μας.
Και προχωράμε,
- σταυρούς και χαϊμαλιά -
πληγή μας και καμάρι
και χαρά μας-
Τα φοράμε,
Τ’ αμετανόητα όνειρά μας.

Έτσι ,όπως  περνάμε στολισμένοι,
σε μερικούς  φαινόμαστε φιλόδοξοι
κι εγωιστές.
Σε άλλους ανόητοι
Και ονειροπαρμένοι.
Πικροί κι αμετανόητοι.
Πεισματικά μικρά παιδιά.
Και ποιητές…

Εμείς, τους κοιτάζουμε απλώς,
Περνώντας μες τα όνειρά μας τυλιγμένοι.
Με   τρυφερά λουλούδια και με λόγχες στην καρδιά.
Συγκαταβατικά χαμογελώντας.
Ξένοι.
Κι ούτε μας αγγίζουνε τα λόγια τους .
Ποτές.

Και πάμε, σιωπηλοί κι αγέρωχοι
Σαν σε λιτανεία.
Μ’ ένα  κρυφό Σταυρό στον ώμο.
Παραδομένοι σε κάποια οπτασία μαγική.
Υπέροχη, που μας προσμένει .
Στη γωνία, ή το πολύ στον άλλο δρόμο.

Φυλαχτό μας, φορώντας
Τα όνειρά μας -πάμε-
Σφιχτά στο στήθος μας δεμένα!
Σαν τρυφερά λουλούδια -και λόγχες- στην καρδιά,
σταυρούς και χαϊμαλιά μας!


Μικρά παιδιά,
απ΄το παιχνίδι κουρασμένα
π’ απόκαμαν και γείρανε
Στην αγκαλιά μας!
Τα επίμονα, τ’ αμετανόητα,  τ’ αγαπημένα.
Όνειρά μας!

 

                                   *

 

 

ΜΙΚΡΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

 

                Α’
Γέμισα τις παλάμες μου
φθινοπωριάτικη βροχή.
Ανάμεσα στα δάχτυλά μου
φύλλο κυκλάμινου η αγάπη σου ταξιδεύει
Ρόδινο πλοίο των εφηβικών μου δραπετεύσεων.

 

                 Β’
Μια ανάσα της άνοιξης.
Μια  ανάσα του καλοκαιριού.
Ένα κομμάτι κερήθρα.
Ένα ματσάκι γιασεμιά.
Η αγάπη σου. Ολόκληρης ζωής απαντοχή.

 

                  Γ’
Απ’ την καμπύλη του μολυβένιου ουρανού,
βουβές σταγόνες κυλούν
Οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες του καλοκαιριού.
Εγώ σκυμμένος στο νοτισμένο χώμα
Φυτεύω ανοιξιάτικες  ανεμώνες.

                  

                 Δ’
Οι μέρες περνούν αδιαμαρτύρητες.
Και οι εποχές.
Πίσω απ ’το βουβό σου βλέμμα
Αναζητώ την πυξίδα της Πανδώρας.
Αναζητώ το θερμοκήπιο των ελπίδων  μου.
Κατά τα άλλα η κατάσταση όπως την ήξερες.

 

                 Ε’
Γέμισα τις φούχτες μου
απ’ την αγάπη σου.
Έπλυνα  το πρόσωπό μου,
τα μάτια μου και είδα.
Αργεί ακόμα να νυχτώσει!

 

              ΣΤ΄
Πάνω στο τραπέζι.
εξακολουθώ να έχω απλωμένους
τους ναυτικούς μου χάρτες.
Κάθε μέρα
συνεχίζω τις προετοιμασίες του ταξιδιού
αγνοώντας τις αλυσίδες του Κεράτειου κόλπου.

 

                 Ζ’
Χαμένος στο πικρό σκοτάδι,
ύψωσα τα χέρια μου,
έσχατη κίνηση απελπισίας…
Στα δάχτυλα μου φώλιασαν
Ηλιαχτίδες, πουλιά,
Το ουράνιο τόξο.

 

               Η΄
Τα δάκρυα σου:
Πικρή αλμύρα
στη μνήμη των χειλιών μου.
Η γεύση των δακρύων σου
μακρινός απόηχος
χίλιων χαμένων ονείρων.       

 

                *   

 

                

                               
ΑΝ ΧΑΘΩ

 

Αν χαθώ ένα βράδυ
μη ρωτήσεις τι έχω γίνει.
Κανένας δεν θα ξέρει.
……………………………………..
Χάδι,στην κοριτσίστικη σου κλίνη!
Να ξεκουράζεις πάνω μου το άσπρο σου χέρι…

 


ΙΘΑΚΗ

 

Με τους συντρόφους που ξέμειναν
με τα περήφανα τα πλοία,
με τα λάφυρα,με την κούραση, και τη δόξα μας,
πήραμε το δρόμο του γυρισμού για την Ιθάκη .

Τώρα χωρίς πλοία, χωρίς συντρόφους, χωρίς λάφυρα.
Με κούραση κι άχρηστη φήμη,
θαλασσοδέρνω στους ωκεανούς.
Χαμένος.
Η αλμύρα του άγχους
η αλμύρα της θάλασσας,
η αλμύρα της αναζήτησης,
σβήσανε τις μνήμες,
σβήσανε τις λεπτομέρειες ,
σβήσανε τις ελπίδες.

Στα βάθη της ψυχής μου
διαλύεται, αχνοσκορπιέται,
σαν φάντασμα, σαν ομίχλη
το όραμα της Ιθάκης.
Γιατί, αν υπήρχε Ιθάκη
δεν θα΄χα φτάσει ως τώρα;                            

Δελφοί 7.7.1973

 


ΕΚΕΙΝΟ  ΤΟ ΑΥΡΙΟ

 

Εκείνο το αύριο...
Όχι, δεν θα το συναντήσουμε.
Εμείς όμως θα το μελετάμε.
Βυθισμένοι στην αυταπάτη μας.

Εκείνο το αύριο
που θα μας κοιτάζει κάθε μέρα.
Με τη θλίψη βουβή και με συμπόνια.

Γιατί
τα δάχτυλά μας δεν μπόρεσαν
να το ανασύρουν από το Μέλλον.

Και το σήμερα γλίστρησε  απ' τα χέρια μας.

 

 

ΣΤΟΝ  ΤΟΠΟ   ΕΚΕΙΝΟ

 

Στον τόπο εκείνον, που ποτέ δεν θα φτάσουμε ,
ένα τραπέζι στρωμένο μας περιμένει!
Τα λουλούδια πέτρωσαν.
Τα λιωμένα κεριά
σχεδιάσανε στο λινό τραπεζομάντιλο
τις μέρες που δεν ήρθαν.
Τις μέρες που στέκονται
στη θέση σου και στη θέση μου,
δίπλα στο στρωμένο τραπέζι,
δίπλα στα πετρωμένα λουλούδια,
δίπλα στα πετρωμένα όνειρά μας.

Σ' εκείνο τον τόπο που ποτέ δεν θα φτάσουμε
πέτρωσαν κι οι μέρες, περιμένοντας μας!

 

 

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΓΟΠΟΡΗΜΕΝΟΥΣ

 

Κύριε,
ρίξε τη νύχτα σου,
γεμάτη όνειρα πανηγυριών,
σ’ αυτούς που φτάσανε πολύ αργά,
απόγιορτα.

Κύριε,
ρίξε τη νύχτα σου,
με όνειρα παρήγορα,
στους αργοπορημένους
και στους ποιητές.

Και τη συγνώμη σου.

 

 

ΟΤΑΝ ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ

 

Όταν τα σύννεφα,
συμπυκνωμένη ηδονή
καλοκαιριού και κυμάτων,
στρέφουν τα ιλαρά τους πρόσωπα στ' αστέρια,
εγώ, πίσω απ' την πλάτη τους, στα σκοτεινά,
με χέρια πλήρη δακρύων ,αιμάτων και οδύνη
προσπαθώ να διαφύγω
τους οφθαλμούς
της έναστρης δικαιοσύνης…

 

 

ΑΠΟΡΙΑ

 

Είδες τις λόγχες,
με μάτια γεμάτα απορία,
καρφωμένες στα στήθη σου.
Σκέφτηκες, σαν παιδί,
πως ασφαλώς
διαπέρασαν την καρδιά σου.

Θα 'χες –φαίνεται
κάποια, συγκεχυμένη,  έστω ιδέα,
πού βρίσκεται η καρδιά του ανθρώπου!
Θα΄χεις ακούσει τους χτύπους της
στα όνειρά σου.

Πάντως, είτε το σκέφτηκες, είτε όχι,
ο θάνατός σου
υπήρξε μια οδυνηρή,
έσχατη εμπειρία!  

 


ΟΙ ΑΓΡΙΟΠΑΠΙΕΣ

 

Κι έτσι, ως θα περνούν οι αγριόπαπιες,
φεύγοντας μπόρες και χειμώνες,
αναζητώντας  καλοκαίρια φωτεινά,
θυμήσου τις ψυχές που μένουν μόνες,
στο κρύο και τα αγριοκαίρια ,
σέρνοντας μνήμες από καλοκαίρια
μακρινά….

 


ΤΑ  ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ  ΠΑΙΔΙΚΑ  ΜΑΣ  ΧΡΟΝΙΑ

 

Τα αγαπημένα παιδικά μας χρόνια…
Ξεχασμένα ανάμεσα σε κλώνια λυγαριάς
σε ρείκια, σε φασκομηλιές,
στους κάμπους με τα μανουσάκια
στους βράχους ψάχνοντας φωλιές.

Τα μαγικά, τ’ αγαπημένα
παιδικά μας χρόνια!

Ιστορίες ανύπαρχτες
και κόκκινες βαρκούλες φορτωμένα
και παπαρούνες και χρυσά κοχύλια.

Αμίλητα μπροστά στον Επιτάφιο.
Με τα ματάκια ψάχνοντας τις φλόγες των κεριών.

Του σκιερού κυπαρισσόλογγου
ρουφώντας τη πικρή ευωδιά.
Αποσταμένα, στο κάμα των καλοκαιριών.

Κι όλο αργοπορημένα .
Πάντα.
Στα λαγκάδια ,
στους λόγγους και στ’ αλώνια.
Τ’ αναζητούν, τους δρόμους ψάχνουν κι αγναντεύουν
οι μανάδες…

Ταξιδευτές, πολέμαρχοι,
πραματευτάδες…
Παλικαράκια ανίκητα με λυγαριάς κλαρί στ’ αυτί…
Ιππότες, σταυροφόροι, δόγηδες!
Περνάνε καβαλάρηδες,
ανάμεσα σε δράκους και στοιχεία.
Σαν Αϊ-Γιώργηδες.
Σκοτώνοντας με μια σπαθιά
τη πολυκέφαλη  Λερναία Ύδρα.

Κι όμως!
Πώς τα ξεγέλασε η αξεδίψαστη αρχαία Κλεψύδρα!
Χωρίς να ρίξουν κονταριά
τα τράβηξε στην αναπότρεπτη ροή της..
Κι ούτε που πρόφτασαν για τη ζωή τους να παλέψουν.
Σαν τον Διγενή…
Λες και χαθήκανε τα μαρμαρένια αλώνια!
Πώς τα ξεγέλασε
τ' αγαπημένα, αθώα,
παιδικά μας χρόνια!
Και πώς αργοπορήσανε…
Τους δρόμους ψάχνουν οι μανάδες
και κοιτάνε..

Μα εκείνα,
περήφανα, αδάκρυτα κι αθώα
Π ά ν ε …
Παλικαράκια, με λυγαριάς κλαρί  στ’ αυτί.
Φορτωμένα γαλάζια κρίνα.
Μικρά ανώνυμα λουλούδια και πουλιά..
Λαούτα και σαντούρια και βιολιά, κλαρίνα.
Κλέφτικα τραγούδια  τραγουδώντας.
Μεταξωτό μαντήλι γάμου ανεμίζοντας…
Πάνε για πάντα!
Κι εγώ, σαν τις μανάδες…
Νομίζοντας πως θα γυρίσουν πάλι,
ψάχνω τους δρόμους κάθε που βραδιάζει…
Αγναντεύοντας…
Σαν τις μανάδες!
Σαν τις μανάδες!

 

            

 

                                       *

                        Ένα αγαπημένο τραγούδι του Χριστόφορου Σκλαβενίτη

                        σε στίχους του Νίκου Γκάτσου (αφιερωμένο εξαιρετικά) :

 

            www.youtube.com/watch?v=sJ1_W4yIb5k